Δευτέρα 6 Οκτωβρίου 2008

κοινωνια της μουσικης


KOINΩΝΙΑ ΤΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ
Η μουσική είναι μια μορφή ολικής έκφρασης του ανθρώπου, στην οποία τα συναισθήματα και η ευαισθησία ενώνονται με την εξυπνάδα και την έμπνευση και απώτερος σκοπός είναι η δημιουργία. Η μουσική καλλιεργεί το αισθητικό κριτήριο του ανθρώπου, διευρύνει τις συναισθηματικές του ικανότητες, ενθαρρύνοντάς τον να εξερευνήσει και να εκφράσει τα αισθήματά του. Βοηθάει τον άνθρωπο να συνειδητοποιήσει την ιδιαιτερότητα, την καταγωγή του και τον εν γένει εσωτερικό του κόσμο. Η Μουσική είναι τόσο παλιά όσο και η γλώσσα. Ουσιαστικά εξελίχθηκε παράλληλα με τον άνθρωπο. Όμως, ο έναρθρος λόγος, ποτέ δεν μπόρεσε να αποδώσει όλες τις αποχρώσεις των υποκειμενικών, προσωπικών, ανθρώπινων σκέψεων και συναισθημάτων. Γι' αυτό και ο άνθρωπος ανέπτυξε ένα άλλο ηχητικό μέσο για να εκδηλώνεται και να εκφράζεται: τον Μουσικό Λόγο. Όπως η Γλώσσα χρησιμεύει για την έκφραση των παραστάσεων, των εννοιών, για την ονομασία των πραγμάτων, έτσι, και η Μουσική, αποδεικνύεται μία απαραίτητη ανάγκη τής ζωής, διερμηνεύοντας την ανθρώπινη ύπαρξη σε όλες τις εκφάνσεις της. Η μουσική είναι μάρτυρας της εξέλιξης της ανθρωπότητας και φέρει πάνω της ανεξίτηλα τα σημάδια των ιστορικών αλλαγών. Ενσαρκώνει τις αξίες, τις αρχές και τα πιστεύω των διαφόρων λαών και αναδεικνύει την ιδιαιτερότητά τους στο πέρασμα των αιώνων. Η παρούσα ανάλυση θα ασχοληθεί με την εξέλιξη της ελληνικής μουσικής κατά η διάρκεια των δύο τελευταίων αιώνων, από τη δημιουργία δηλαδή του νεότερου ελληνικού κράτους και μετά. Στόχος είναι η σύγκριση των κοινωνικών δομών κάθε σημαίνουσας περιόδου της εποχής αυτής με την αντίστοιχη τροποποίηση των μουσικών ακουσμάτων του ελληνικού λαού. Σε όλον το 19Ο αιώνα λοιπόν στην Ελλάδα η οποία προσπαθεί να ορθοποδήσει κοινωνικά και πολιτικά και να δημιουργήσει τις δομές για να στηριχθεί το νέο κράτος, εμφανίζονται κυρίως δύο διαφορετικές εκφάνσεις της μουσικής. Η μία η οποία επικρατεί στην ελληνική ύπαιθρο και υπήρχε και τους προηγούμενους αιώνες είναι η δημοτική μουσική της Ρούμελης, της Πελοποννήσου και της Ηπείρου με βάση το κλαρίνο σε βυζαντινά μουσικά πατήματα και λαϊκούς στίχους αγνώστων. Η άλλη έκφανση είναι η επτανησιακή μουσική και η όλη εξέλιξή της δηλαδή η επιρροή από την δυτικοευρωπαϊκή ρομαντική σχολή και τα αριστουργήματα των Μάντζαρου, Σαμάρα, Λαβράγκα και Καλομοίρη. Το μεν δημοτικό τραγούδι αντανακλά τον τρόπο ζωής του βασανισμένου ελληνικού λαού καθώς οι στίχοι περιγράφουν την καθημερινότητα, τις δυσκολίες της διαβίωσης των Ελλήνων, τους έρωτες τα πάθη, την ιστορία τους. Το δε Επτανησιακό ρεύμα επίσης δίνει ένα στίγμα του τρόπου ζωής των κατοίκων, της ευρωπαϊκής τους παιδείας, της γενικότερης επαφής με δυτικοευρωπαϊκές χώρες.
Από τις αρχές του 20ου αιώνα εμφανίζονται στο ελληνικό μουσικό στερέωμα διάφορα ρεύματα τα οποία φέρουν καθαρές επιρροές από την ιωνική μουσική δηλαδή την εξέλιξη της βυζαντινής, λόγω επαφής με τον Μικρασιάτικο Ελληνισμό, η οποία γίνεται πολύ έντονη μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή όπου εγκαθίστανται Μικρασιάτες στον Ελλαδικό χώρο. Έτσι εμφανίζονται στα ακούσματα των Ελλήνων τα σμυρναίικα τραγούδια και τα ρεμπέτικα και προστίθενται στα δημώδη άσματα της υπαίθρου που προαναφέρθηκαν τα θρακιώτικα, τα ποντιακά και τα μικρασιάτικα. Νέα θεματολογία συμπεριλαμβάνεται στους στίχους των τραγουδιών η οποία έχει να κάνει με τα σύγχρονα προβλήματα των εργατών, με την αστικοποίηση και με την αρχή της ταξικής κοινωνίας και στον ελλαδικό χώρο. Την ίδια εποχή στις μεγάλες πόλεις υπάρχει ένα κομμάτι του πληθυσμού υψηλής «οικονομικής και κοινωνικής στάθμης» που ασχολείται με το ελαφρό τραγούδι που επίσης αποτελεί κεφάλαιο της ελληνικής μουσικής. Κατά τη διάρκεια του μεσοπολέμου και της κατοχής το λαϊκό-ρεμπέτικο τραγούδι κυριαρχεί στα ακούσματα των Ελλήνων και περνώντας μηνύματα κάτω από τη μύτη των εκάστοτε δικτατόρων και κατακτητών αποτελεί την πρωτόλεια μορφή του «πολιτικού» τραγουδιού. Μεταπολεμικά αρχίζει μία μικτή περίοδος του ελληνικού τραγουδιού. Από τη μία εμφανίζονται στο στερέωμα μουσικοί όπως ο Θεοδωράκης, ο Χατζηδάκης, ο Σαββόπουλος, ο Νότης Μαυρουδής και άλλοι οι οποίοι απογειώνουν το Ελληνικό τραγούδι μελοποιώντας στίχους μεγάλων ποιητών και παρουσιάζοντας αριστουργήματα με αποτέλεσμα να περάσει το ελληνικό τραγούδι τα σύνορα της χώρας. Η όλη κοινωνική κατάσταση, η δίψα του λαού για ελευθερία, το γενικότερο παγκόσμιο πνεύμα απελευθέρωσης που εισήχθη και στη χώρα μας αντικατοπτρίζεται πλήρως σ’ αυτό το είδος της μουσικής. Από την άλλη όμως αρχίζει να εμφανίζεται ένα νέο είδος που ονομάζεται λαϊκό τραγούδι που παραγκωνίζοντας το ρεμπέτικο σιγά σιγά επικρατεί δίνοντας το στίγμα μιας κοινωνίας που μεταναστεύει στο εξωτερικό, που μετατοπίζεται από την ύπαιθρο στις πόλεις. Είναι εκτός εξαιρέσεων πιο εύκολο και ευτελές από το ρεμπέτικο και εισάγει νέους ρυθμούς οι οποίοι δεν έχουν καμία σχέση με κανένα παραδοσιακό άκουσμα και είδος μουσικής. Ρυθμοί και δρόμοι που ομοιάζουν προς ανατολικούς, αραβικούς και ισραηλίτικους ήχους παρά με οτιδήποτε άλλο ελληνικό. Έτσι καταλήγουμε στις τελευταίες δύο δεκαετίες όπου υπάρχουν επίσης ποικίλα ρεύματα στην ελληνική μουσική. Υπάρχει η ‘έντεχνη’ όρος που χρησιμοποιείται ίσως και με ειρωνεία από κάποιους, που έχει να παρουσιάσει θαυμάσια μουσικά αποτελέσματα και έχει κοινό κυρίως στα νεότερα ηλικιακά στρώματα της κοινωνίας και ασχολείται με ευρύ φάσμα θεματολογίας, αντλώντας θέματα από τη ζωή, την παράδοση, την ιστορία, τα σύγχρονα προβλήματα.
Αυτό όμως που κυριαρχεί είναι η μετεξέλιξη του προηγούμενα αναφερθέντος λαϊκού τραγουδιού:Το σύγχρονο νεολαικό ρεύμα. Πρόκειται για μια βιομηχανία που θυμίζει κρεατομηχανή η οποία εισάγει με ιλιγγιώδεις ρυθμούς νέα ‘ταλέντα’ και τα εξάγει με την ίδια ευκολία αν δεν στέκονται καλά στο στερέωμα. Δημιουργοί γράφουν τραγούδια ή μάλλον ολόκληρους δίσκους σε μια νύχτα και έτσι προκύπτουν ίδιας κοπής άσματα και αλλάζουν τα ωραία προσωπάκια που τα ερμηνεύουν. Αυτός ο μουσικός ξεπεσμός αντικατοπτρίζει τον ξεπεσμό της κοινωνίας της αρπαχτής, του γρήγορου κέρδους εις βάρος του άλλου ή του συνόλου και του εκφυλισμού των αρχών και των αξιών μας. Αντικατοπτρίζει τον τρόπο διασκέδασης της μεγαλύτερης μερίδας των νέων σε σκοτεινές αίθουσες που χωρούν χιλιάδες, που χορεύονται χοροί σκυφτοί και όχι με ψηλά το κεφάλι και περήφανοι όπως παλιά, που πολλά χρήματα αλλάζουν χέρια προς όφελος επιτηδείων κάθε νύχτα. Η μόνη ελπίδα η υγιής νεολαία που ασκείται σε ελληνικά και ξένα άσματα με πραγματική μουσική και στίχο προβληματισμού. Ας ελπίσουμε μεγαλώνοντας να μην προδώσουν τις μουσικές αρχές τους και να λειτουργήσουν και στην κοινωνία όπως και στη μουσική.

Δεν υπάρχουν σχόλια: